Ετικέτα: ψυχολογία

 

ΤΟ ΣΩΜΑ ΦΩΝΑΖΕΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΣΩΠΑΙΝΕΙ ΤΟ ΣΤΟΜΑ

ΑΝΟΙΧΤΟΙ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ

                ΑΝΟΙΧΤΟΙ  ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ
 Τον όρο ανοιχτοί λογαριασμοί τον δημιούργησαν οι Perls, Hefferline  και Goodman από την ‘’αρχή της συμπληρωματικότητας ‘’ της θεραπείας Gestalt. Όταν αντιλαμβανόμαστε ένα σχήμα που δεν έχει ολοκληρωθεί , ο νους προσπαθεί να το τελειοποιήσει και να το δει ολοκληρωμένο.                 
Ανοιχτοί λογαριασμοί  είναι η παρεμπόδιση ενός συναισθήματος που βιώθηκε μια η περισσότερες φορές στη διάρκεια μιας σχέσης . Αντί να επιτρέψει στον εαυτό του  να βιώσει τα συναισθήματα που συνόδευαν τα τραυματικά γεγονότα, το άτομο με ανοιχτούς λογαριασμούς τον εμπόδισαν.
 Για  παράδειγμα ο τερματισμός μιας σχέσης λόγω αιφνιδιαστικού θανάτου, διαζυγίου ή χωρισμού προκαλεί συχνά ανοιχτούς λογαριασμούς .Στις περιπτώσεις αυτές, τα άτομα ή δεν πενθούν ή αποφεύγουν να τελειώσουν την σχέση και να την αποχαιρετήσουν. Αγνοούν τα δυσάρεστα συναισθήματα τα οποία κρύβονται από κάτω. Αυτό καταλήγει σε άλυτα συναισθήματα και ανεκπλήρωτες ανάγκες.
Οι ανοιχτοί λογαριασμοί επιμένουν και όταν γίνουν αρκετά ισχυροί , το άτομο πιέζεται από ανησυχία , ψυχαναγκαστική συμπεριφορά , αγωνία , καταπιεστική ενέργεια και πολύ ηττοπαθή διάθεση.
Ορισμένες συμπεριφορές είναι πολύ ενδεικτικές των ανοιχτών λογαριασμών, όπως η αυτολύπηση, το κλαψούρισμα και η γκρίνια. Δεδομένου ότι συχνά η κατάθλιψη συνδέεται με τις συμπεριφορές αυτές, το καταθλιπτικό άτομο είναι άλλο ένα παράδειγμα κάποιου που υποφέρει από ανοιχτούς λογαριασμούς.
Οι ανοιχτοί λογαριασμοί κρατούν δεσμευμένη πολύ ενέργεια του ατόμου, που θα χρειαστεί για να ζήσει το παρόν. ‘’τα άτομα που δεν λένε αντίο , κρατούν κλειδωμένο στο χθες ένα κομμάτι της ενέργειας τους’’.
Η αποφυγή είναι το μέσο που χρησιμοποιούν τα άτομα για να εμποδίσουν τον εαυτό τους να ολοκληρώσει τους ανοιχτούς λογαριασμούς. ’’πολλοί άνθρωποι προτιμούν να αποφεύγουν τα οδυνηρά συναισθήματα παρά να κάνουν αυτό που χρειάζεται για να τα αλλάξουν. Τότε κολλούν και εμποδίζουν τις δυνατότητες ανάπτυξής τους ‘’. Η επεξεργασία αυτών των εμποδίων είναι και δύσκολη και επώδυνη.
Το παρελθόν είναι παρελθόν και κουβαλάμε ένα μεγάλο μέρος του στο τώρα με τους ανοιχτούς λογαριασμούς.
Ο πιο συχνός ανοιχτός λογαριασμός είναι το γεγονός ότι δεν έχουμε συγχωρήσει τους γονείς μας. Το να ξεφύγουμε απ τους γονείς μας και να τους συγχωρήσουμε είναι ίσως το δυσκολότερο πράγμα για πολλούς ανθρώπους να το κατορθώσουν – αποτελεί σημαντικό μέρος της θεραπείας.
Όπως λέει ο Perls αν αισθάνεσαι άγχος για κάτι που έχεις κάνει , το άγχος είναι για την τιμωρία που πρόκειται να έρθει στο μέλλον.
Η επανάληψη είναι σημάδι ότι μια κατάσταση  είναι ανοιχτός λογαριασμός. Εκείνο που οδηγεί κάθε προσπάθεια σε αποτυχία είναι η αμετάβλητη στάση που τη συνοδεύει και που εμποδίζει την ολοκλήρωσή της. Έτσι ο ανοιχτός λογαριασμός εξακολουθεί να ασκεί πίεση για να του δοθεί προσοχή και έτσι ξεκινά μια σπειροειδής γραμμή που οδηγεί από το σχήμα στην απώθηση και επιστρέφει στο σχήμα.
Στους αν. λογαριασμούς  εμφανίζονται έντονες πικρίες μια και συνδέονται με απαιτήσεις που δεν εκφράστηκαν ποτέ.
Ακόμη , έχουμε δύο πόλους που συγκρούονται:από την μία υπάρχει η εμμονή της ανάγκης να ολοκληρωθεί ένας παλιός ανοιχτός λογαριασμός και από την άλλη ένα ασταθή άτομο, που δεν επιτρέπει σχέση ανάμεσα στο ένα λεπτό και στο άλλο. Σε παθολογικά επίπεδα φτάνουμε στην μανία. Σε πιο ήπια επίπεδα βλέπουμε ανθρώπους που φαίνεται σα να είναι  δραστήρια, εφευρετικά, ευέλικτα αλλά μπορεί πολλές φορές να τα παρατήσουν στη μέση γιατί δεν έχουν όρια της αρχής και του τέλους.
Θεραπεία Gestalt:
Ο Pelrs επέκτεινε την αρχή της συμπληρωματικότητας  και στην θεραπεία και πίστευε επίσης ότι οι περισσότεροι άνθρωποι προτιμούν να αποφεύγουν τα οδυνηρά συναισθήματα παρά να κάνουν αυτό που χρειάζεται για να τα αλλάξουν. Επισημαίνει ακόμη ότι η αποφυγή έχει καλούς και αρκετούς λόγους ύπαρξης και γι αυτό στόχος είναι ο θεραπευόμενος να αποκτήσει επίγνωση των λόγων αυτών.
Με τους ανοιχτούς λογαριασμούς είμαστε στο ‘’aboutism’’ και η Gestalt θέλει να επαναφέρει την δράση.
Για να το κάνουμε αυτό χρησιμοποιούμε τα πειράματα που μοιάζουν με την τέχνη. Όπως ένας ζωγράφος δεν κάνει αναπαράσταση μόνο του έξω, βάζει και τον εαυτό του, έτσι και στο πείραμα ,γι αυτό και το αποτέλεσμα πολλές φορές είναι ανακάλυψη ακόμη και για τον ίδιο.
Έτσι με το πείραμα προσπαθούμε να έχουμε επίγνωση με το κομμάτι του εαυτού που έχουμε προδώσει. Αυτό είναι ο πρωταρχικός σκοπός γιατί έτσι το άτομο προωθεί τις ανάγκες του μέσα από δράση και έτσι φτάνει στην κορύφωση του αυθεντικού εαυτού.
Στην τέχνη υπάρχει η ολοκλήρωση του έργου και η ενσωμάτωση της διαδικασίας. Στην θεραπεία , δεν υπάρχει ‘’ολόκληρο προϊόν’’ , περνάει από ‘’αχαρτογράφητες περιοχές’’ και δεν έχει καμία εγγύηση για επιτυχή αποπεράτωση. Ο θεραπευτής είναι ο μέντορας και ο συν-οδοιπόρος που βοηθάει στην ισορροπία ανάμεσα στην ασφάλεια και στο ρίσκο, δίνει προτάσεις, προσανατολίζει και υποστηρίζει.
 ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΣΚΑΡΙΔΟΥ ΒΙΚΤΩΡΙΑ

ΓΟΝΕΙΣ-ΠΑΙΔΙΑ (Αντλεριανη θεωρια)

ΠΟΙΟΣ ΛΥΚΟΣ ΝΙΚΑΕΙ;

“Ποιος λύκος νικάει?”

Ενας σοφός ινδιάνος τής φυλής Τσερόκι, έλεγε στον εγγονό του για τη μάχη που γίνεται μέσα στην ψυχή των ανθρώπων :

“Γιέ μου, η μάχη γίνεται ανάμεσα σε δυο λύκους που έχουμε όλοι μέσα μας.

Ο Ένας Λύκος είναι το Κακό. Είναι ο θυμός, η ζήλια, η θλίψη, η απογοήτευση, η απληστία, η αλαζονεία, η ενοχή, η προσβολή, τα ψέματα, η ματαιοδοξία, η υπεροψία.    Με μια λέξη είναι το ‘Εγώ’….

Ο άλλος Λύκος είναι το Καλό.   Είναι η χαρά, η ειρήνη, η αγάπη, η ελπίδα, η ηρεμία, η ταπεινοφροσύνη, η ευγένεια, η φιλανθρωπία, η συμπόνια, η γενναιοδωρία, η αλήθεια, η ευσπλαχνία. Είναι το ‘Είναι”

 Ξέρεις ποιός από τους δύο λύκους νικάει?

Ο εγγονός το σκέφτηκε για ένα λεπτό αλλά μην βρίσκοντας απάντηση
ρώτησε τον σοφό Ινδιάνο.  “Ποιος λύκος νικάει?”

Ο σοφός Ινδιάνος απάντησε

“Αυτός που ταΐζεις.”

ΟΙ 6 ΙΝΔΟΙ ΚΑΙ Ο ΕΛΕΦΑΝΤΑΣ



 ΟΙ 6 ΙΝΔΟΙ ΚΑΙ Ο ΕΛΕΦΑΝΤΑΣ

Ξέρετε την αρχαία ινδική ιστορία για τους έξι τυφλούς που θέλησαν να ‘’δουν’’ έναν ελέφαντα;
1 Μοιάζει πολύ μ ένα τοίχο είπε ο πρώτος μόλις ακούμπησε τα χέρια του στα πλευρά του ζώου
2 Μοιάζει πολύ μ ένα ακόντιο είπε ο δεύτερος , όταν ψηλάφισε τον χαυλιόδοντά του
3 Ο τρίτος , πασπατεύοντας την ευλύγιστη προβοσκίδα , είπε: μοιάζει πολύ μ ένα φίδι
4 Ανοησίες φώναξε ο τέταρτος. Τυλίγοντας τα μπράτσα του γύρω από ένα πόδι του ελέφαντα συμπέρανε: αυτό το περίεργο θηρίο μοιάζει πολύ μ ένα δένδρο
5 Ο πέμπτος, αγγίζοντας το αυτί του, φώναξε: ακόμη και ο πιο στραβός μπορεί να καταλάβει ότι αυτό το ζώο μοιάζει πολύ με μια βεντάλια
6 Και ο έκτος, χαϊδεύοντας την ουρά του, διαβεβαίωσε τους φίλους του ότι ο ελέφαντας, είναι ολόιδιος μ ένα σκοινί….
Αλήθεια , πόσο ολοκληρωμένα μπορούμε εμείς να δούμε την προσωπικότητά μας, των παιδιών μας, των φίλων μας, των γονιών μας…
Ποιο κομμάτι τους αγγίζουμε;
Από ποια μεριά κοιτάμε;

ΤΟ ΧΑΛΙ (ινδιάνικο παραμύθι)

‘’ TO XAΛΙ’’ ΙΝΔΙΑΝΙΚΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ

Mια φορά κι έναν καιρό σ ένα ινδιάνικο χωριό πάνω στα βουνά, ζούσε μια οικογένεια.
Ο μπαμπάς , η μαμά , το κοριτσάκι τους και η γιαγιά. Το παιδί είχε πολύ στενό δεσμό με την γιαγιά του και συχνά τα απογεύματα καθόταν δίπλα της και την παρακολουθούσε καθώς εκείνη ύφαινε ένα χαλί στον αργαλειό.
Μια μέρα η γιαγιά της είπε ότι μόλις θα τελείωνε αυτό το χαλί, εκείνη θα γύριζε στην ΜΑΝΑ ΓΗ.
Η μικρή δεν κατάλαβε τι ακριβώς εννοούσε η γιαγιά με τα λόγια αυτά.
Το βράδυ όμως μόλις όλοι κοιμήθηκαν, ή μικρή σηκώθηκε σιγά-σιγά , τράβηξε την πόρτα της σκηνής και βγήκε έξω.
Το φεγγάρι φώτιζε με το άσπρο φως του τον κοιμισμένο καταυλισμό και η μικρή ακροπατώντας πλησίασε τον αργαλειό και άρχισε να ξηλώνει όσο χαλί είχε υφάνει ή γιαγιά της εκείνη την μέρα. Το ίδιο έκανε και την επόμενη και την μεθεπόμενη νύχτα.
Η γιαγιά κατάλαβε την ανησυχία της μικρής … έτσι ένα δειλινό πήρε το κοριτσάκι από το χέρι και ανηφόρησαν προς τους αμμόλοφους. Έκατσαν πλάι-πλάι , κοιτώντας τον ήλιο που έβαφε κόκκινους τους βράχους…
Τότε η γιαγιά είπε στο κοριτσάκι….

Τι είπε η γιαγιά στο κοριτσάκι;

Ο ΑΛΥΣΟΔΕΜΕΝΟΣ ΕΛΕΦΑΝΤΑΣ

«O αλυσοδεμένος ελέφαντας.»
Του Χόρχε Μπουκάι.

Μια αληθινή ιστορία με δίδαγμα
“Δεν μπορώ” του είπα. “Δεν μπορώ!”
 “Σίγουρα;” με ρώτησε αυτός.
 “Ναι. Πολύ θα ήθελα να να μπορούσα να σταθώ μπροστά της και να της πω τι νιώθω… Ξέρω, όμως, ότι δεν μπορώ!!!”
Ο Χόρχε κάθισε σαν το Βούδα πάνω σ΄ εκείνες τις φριχτές μπλε πολυθρόνες του γραφείου του.
 Χαμογέλασε, με κοίταξε στα στα μάτια και, χαμηλώνοντας τη φωνή όπως έκανε κάθε φορά που ήθελε να τον ακούσουν προσεκτικά, μου είπε:
 “Να σου πω μια ιστορία…” Και χωρίς να περιμένει να συμφωνήσω, ο Χόρχε άρχισε να αφηγείται:Όταν ήμουν μικρός μου άρεσε πολύ το τσίρκο, και στο τσίρκο μου άρεσαν πιο πολύ τα ζώα.
 Μου έκανε τρομερή εντύπωση ο ελέφαντας που, όπως έμαθα αργότερα, είναι το αγαπημένο ζώο όλων των παιδιών.
 Στην παράσταση, το θεόρατο ζώο έκανε επίδειξη του τεράστιου βάρους του, του όγκου και της δύναμής του…
Όμως, μετά την παράσταση και λίγο προτού επιστρέψει στη σκηνή, ο ελέφαντας στεκόταν δεμένος συνεχώς σ΄ ένα μικρό ξύλο μπηγμένο στο έδαφος.
 Μια αλυσίδα κρατούσε φυλακισμένα τα πόδια του.
 Ωστόσο, το ξύλο ήταν αληθινά μικροσκοπικό κι έμπαινε σε ελάχιστο βάθος μέσα στο έδαφος.
Μολονότι η αλυσίδα ήταν χοντρή και ισχυρή, μου φαινόταν ολοφάνερο ότι ένα ζώο που μπορούσε να ξεριζώνει δέντρα με τη δύναμη του, θα μπορούσε εύκολα να λυθεί και να φύγει.
 Το θεωρούσα αληθινό μυστήριο. Μα τι τον κρατάει;
Γιατί δεν το σκάει;
Όταν ήμουν πέντε ή έξι ετών πίστευα ακόμα στη σοφία των μεγάλων. Ρώτησα τότε κάποιον δάσκαλο ,τον πατέρα μου ή ένα θείο μου, για το μυστήριο του ελέφαντα
. Κάποιος μου εξήγησε ότι ο ελέφαντας είναι δαμασμένος.
 Έκανα τότε την προφανή ερώτηση: “Κι αφού είναι δαμασμένος, γιατί τον αλυσοδένουν;”Δε θυμάμαι να πήρα κάποια ικανοποιητική απάντηση.
 Με τον καιρό, ξέχασα το μυστήριο του ελέφαντα με το παλούκι, και το θυμόμουν μόνο όταν βρισκόμουν με κάποιους που είχαν αναρωτηθεί κάποτε πάνω στο ίδιο θέμαΠριν από μερικά χρόνια ανακάλυψα – ευτυχώς για μένα – ότι κάποιος είχε αρκετή σοφία ώστε ν΄ ανακαλύψει την απάντηση.
 Ο ελέφαντας του τσίρκου δεν το σκάει γιατί τον έδεναν σ΄ένα παρόμοιο παλούκι από τότε που ήταν πολύ, πολύ μικρός.
Έκλεισα τα μάτια και φανάστηκα τον νεογέννητο ανυπεράσπιστο ελέφαντα δεμένο στο παλούκι.
 Είμαι βέβαιος ότι τότε το ελεφαντάκι είχε σπρώξει, τραβήξει και ιδρώσει πασχίζοντας να λευτερωθεί.
 Μα, παρόλες τις προσπάθειές του, δεν τα είχε καταφέρει, γιατί το παλούκι ήταν πολύ γερό για τις δυνάμεις του.
Φαντάστηκα ότι θα κοιμόταν εξαντλημένο και την επόμενη μέρα θα προσπαθούσε ξανά, και τη μεθεπόμενη το ίδιο…
 …Ώσπου μια μέρα, μια φρικτή μέρα για την ιστορία του, το ζώο θα παραδεχόταν την αδυναμία του και θα υποτασσόταν στη μοίρα του.
Αυτός ο πανίσχυρος και θεόρατος ελέφαντας που βλέπουμε στο τσίρκο δεν το σκάει γιατί νομίζει ότι δεν μπορεί, ο δυστυχής.
 Η ανάμνηση της αδυναμίας που ένιωσε λίγο μετά τη γέννησή του είναι χαραγμένη στη μνήμη του.
 Και το χειρότερο είναι ότι ποτέ δεν αμφισβήτησε σοβαρά αυτή την ανάμνηση.
 Ποτέ μα ποτέ δεν ξαναπροσπάθησε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του…
“Έτσι είναι, Ντεμιάν. Όλοι είμαστε λίγο – πολύ σαν τον τον ελέφαντα του τσίρκου.
 Περιδιαβαίνουμε τον κόσμο δεμένοι σε εκατοντάδες παλούκια που μας στερούν την ελευθερία.
 Ζούμε πιστεύοντας ότι “δεν μπορούμε” να κάνουμε ένα σωρό πράγματα , απλώς επειδή μια φορά, πριν από πολύ καιρό, όταν είμαστε μικροί, προσπαθήσαμε και και δεν τα καταφέραμε.
Πάθαμε τότε το ίδιο με τον ελέφαντα.
 Χαράξαμε στη μνήμη μας αυτό το μήνυμα:
 “Δεν μπορώ, δεν μπορώ και ποτέ δε θα μπορέσω.”
Ο Χόρχε έκανε μια μεγάλη παύση. Ύστερα πλησίασε, κάθησε στο πάτωμα μπροστά μου και συνέχισε:
 “Αυτό σου συμβαίνει, Ντέμι. Ζεις μέσα στα όρια της ανάμνησης ενός Ντεμιάν που δεν υπάρχει πια, εκείνου που δεν τα κατάφερε.
 Ο μοναδικός τρόπος να μάθεις εάν μπορείς, είναι να προσπαθήσεις πάλι με όλη σου την ψυχή…Με όλη σου την ψυχή!
Αφιερωμένο,
σε όλους όσοι παραμένουμε δεμένοι σε μικρά ή μεγάλα παλούκια και μη συναισθανόμενοι την τρομερή μας δύναμη, δειλιάζουμε και δεν κάνουμε ένα βήμα μπροστά…
EΠΙΛΕΛΕΙΑ ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΑΣΚΑΡΙΔΟΥ

Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΚΗΠΟΣ

Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΚΗΠΟΣ

Μια φορά κι έναν καιρό, πάει ο βασιλιάς στον κήπο του και βλέπει πως τα δέντρα, οι θάμνοι και τα λουλούδια του ξεραίνονται.
Η βελανιδιά του λέει πως ξεραίνεται γιατί δεν μπορεί να είναι τόσο ψηλή όσο το πεύκο.
Γυρίζει προς το πεύκο και το βλέπει πεσμένο κάτω γιατί δεν μπορεί να κάνει σταφύλια όπως το αμπέλι.
Και το αμπέλι ξεράθηκε γιατί δεν έκανε λουλούδια σαν την τριανταφυλλιά.
Βλέπει την τριανταφυλλιά να κλαίει γιατί δεν είναι γερή και δυνατή σαν την βελανιδιά…
Και ξάφνου, βλέπει ένα φυτό, μια μικρούλα φρέζια, γεμάτη άνθη και πιο δροσερή από ποτέ…
Την ρωτάει ο βασιλιάς:
Πώς γίνεται και αναπτύσσεσαι τόσο καλά μέσα σ αυτόν τον μαραμένο και θλιβερό κήπο;
Το λουλούδι του απαντάει:
Δεν ξέρω. Ίσως γιατί υπέθετα πάντα ότι, όταν με φύτεψες , ήθελες φρέζιες. Αν ήθελες βελανιδιά ή τριανταφυλλιά, θα είχες φυτέψει βελανιδιά ή τριανταφυλλιά. Εκείνη την στιγμή είπα μέσα μου: θα προσπαθήσω να είμαι φρέζια, όσο μπορώ καλύτερα…
Τώρα, είναι η σειρά σου…είσαι εδώ για να προσφέρεις την ευωδιά σου.
Κοιτάξου, απλώς, στον καθρέφτη.
Δεν γίνεται να είσαι άλλος άνθρωπος.
Μπορείς να χαίρεσαι και να ανθίζεις ποτισμένος με την αγάπη για τον εαυτό σου, ή να μαραίνεσαι καταδικασμένος από εσένα τον ίδιο…

ΑΥΤΟΕΚΤΙΜΗΣΗ

ΑΥΤΟΕΚΤΙΜΗΣΗ

Η αυτοεκτίμηση είναι πόσο εκτιμώ τον εαυτό μου….
Η αυτοπεποίθηση είναι οι πεποίθηση που έχω για το ποιος είμαι και για το ποιος θα ήθελα να είμαι…
Η ερμηνεία που δίνει το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη είναι: το να εμπιστεύεται κανείς τον εαυτό του – η άνεση, η σιγουριά που εκπέμπουν οι κινήσεις αυτού που έχει αυτοπεποίθηση. Συνεπώς, συνηθίζουμε να μιλάμε για «έλλειψη αυτοπεποίθησης» όταν κάποιος δεν εμπιστεύεται τον εαυτό του. Αν τολμήσουμε τη σύνθεση πληροφοριών, βλέπουμε πιο κάτω, στο ίδιο λεξικό, την ερμηνεία της λέξης «πεποίθηση», το δεύτερο συνθετικό της λέξης «αυτο-πεποίθηση»: απόλυτη βεβαιότητα ότι αυτό που πιστεύει ή ισχυρίζεται κανείς, ισχύει πραγματικά (πείθω, πίστη).
 Η πεποίθηση για τον εαυτό δεν είναι τίποτα άλλο από το σύνολο των πεποιθήσεων (ιδέες, ισχυρισμοί) που έχει αποδώσει κάποιος στον εαυτό του και αντιλαμβάνεται ως πραγματικές. Μια πεποίθηση μπορεί να είναι αρνητική ή θετική, παρόλα αυτά παραμένει αληθινή για το άτομο που την πιστεύει. Επομένως, είναι αυθαίρετη η θετική έννοια της λέξης «αυτο-πεποίθηση».
 Ας τολμήσουμε όμως να σκεφτούμε για λίγο έξω από τα όρια. Οι πεποιθήσεις υπάρχουν όταν απουσιάζει η γνώση. Τις έχουμε ανάγκη – ενόσω δεν υπάρχει βιωματική γνώση – για να μας βοηθάνε να σκεφτόμαστε, να ξεχωρίζουμε και να επιλέγουμε σωστά. Το ξεχνάμε όμως αυτό (ότι είναι προσωρινές κατακτήσεις) και υποθέτουμε ότι οι πεποιθήσεις είναι δεδομένα, αλήθειες, που δεν αλλάζουν. Υποκαθιστούμε – συνειδητά και ασυνείδητα – τη γνώση με πεποίθηση, ενώ στην πραγματικότητα καμία σχέση δεν έχουν μεταξύ τους.
Οι πεποιθήσεις ουσιαστικά περιορίζουν και εμποδίζουν τη γνώση, καθώς παρουσιάζουν κάποια συγκεκριμένη θέαση που αποκλείει τη σύνθεση και την ολότητα. Αυτό-πεποίθηση έχουμε ΟΛΟΙ οι άνθρωποι και στηρίζεται στα πιστεύω του καθενός για τον εαυτό του, είτε αρνητικά, είτε θετικά. Όλοι εμπιστευόμαστε (εν-πίστη) δε αυτές τις ιδέες μας, με την έννοια ότι επενδύουμε σε αυτές (τις ισχυριζόμενες πραγματικότητες) τη δυναμικότητα του ψυχισμού μας. Έχουμε τη βεβαιότητα ότι αυτές οι πεποιθήσεις ισχύουν και μας ορίζουν, ανεξάρτητα αν μας αρέσουν ή όχι.
 Ακόμα και όταν προσπαθούμε να αλλάξουμε μια πεποίθηση που δεν μας αρέσει, την έχουμε αρχικά αναγνωρίσει ως πραγματική. Η αυτο-πεποίθηση είναι κάτι σαν την ταυτότητα, ο τρόπος με τον οποίο ορίζουμε τον εαυτό μας. Κάποιος μπορεί να πιστεύει ότι ο εαυτός του είναι χοντρός, άσχημος, δειλός, αναποφάσιστος, αναβλητικός κ.ο.κ. και αυτός είναι ο τρόπος που βλέπει και ορίζει τον εαυτό του και τους άλλους μέσα από τον εαυτό του. Κάποιος άλλος αντίστοιχα, μπορεί να πιστεύει ότι είναι όμορφος, αποφασιστικός, πνευματικός, σωστός κ.ο.κ. και αυτό αποτελεί τη δική του αλήθεια μέσα από την οποία αυτό-ορίζεται και ορίζει τους γύρω του. Οι περισσότεροι κινούμαστε κάπου ανάμεσα, συμπεριλαμβάνοντας κάποια αρνητικά και κάποια θετικά στοιχεία για τον εαυτό μας.
 Προφανώς, σε καμία περίπτωση δεν μιλάμε για έλλειψη αυτό-πεποίθησης αφού όλοι έχουμε κάποια συγκεκριμένη ιδέα για τον εαυτό μας. Πιο σωστή θα ήταν η έκφραση «θετική αυτοπεποίθηση» ή «αρνητική αυτοπεποίθηση». Δεν είναι μια απλή παράληψη λέξης αλλά μια εντελώς διαφορετική αντίληψη και κοσμοθεωρία. Επιπλέον, ο δυισμός που χαραχτηρίζει αυτή τη διάσταση δηλώνει ότι τα αντίθετα συνυπάρχουν αναλογικά σε κάθε περίπτωση: ο θάνατος συνυπάρχει με τη γέννηση, το φως ενυπάρχει στο σκοτάδι, το σωστό είναι η άλλη όψη του λάθους κ.λ.π. Η αντίληψη περιορίζεται από τη θέαση στην οποία επιλέγουμε να εστιαζόμαστε κάθε φορά. Η υποκειμενική εστίαση δεν αλλάζει την πραγματικότητα που είναι ουδέτερη, απλά περιορίζει τη δική μας θέαση.
Μέσα από το πρίσμα του δυισμού, όσο διευρυμένη και αν είναι η θέαση, παραμένει αντίληψη και όχι γνώση. Αν η αυτό-πεποίθηση είναι θετική, αγωνιούμε να τη διατηρήσουμε (γιατί μέσα μας συνυπάρχουν τα αντίθετα). Αν έχουμε αρνητική αυτο-πεποίθηση αγωνιούμε να την αλλάξουμε. Και οι δυο λειτουργίες, παραμένουν φοβικές, δύσκολες και πρόσκαιρες. Βασίζονται σε κινούμενα θεμέλια που κινδυνεύουν ν’ ανατραπούν ανά πάσα στιγμή.
 Το δεύτερο συνθετικό της λέξης «αυτο-πεποίθηση» είναι το «αυτό» – ο εαυτός, που αντιλαμβανόμαστε μέσα από τη μορφή, τις σκέψεις, τα αισθήματα, τα βιώματα, τις αντιδράσεις και τις αλληλεπιδράσεις του στον κόσμο. Είναι σαφώς προσωρινός, φθαρτός, μεταλλάσσεται, γεννιέται και πεθαίνει. Όσο και αν επιδιώκουμε την ασφάλεια, τη σταθερότητα, τη γνώση, τη γαλήνη, δεν είναι ικανός να μας τα προσφέρει. Όσο και αν τον εμπιστευόμαστε, κάποιες φορές αποτυγχάνει, κάνει λάθη, νοιώθει χαμένος και ευάλωτος. Όση θετική αυτο-πεποίθηση και αν αποκτήσουμε, κάποιες φορές μας εκπλήσσει, πανικοβάλλεται, θυμώνει, αισθάνεται ενοχές, μετανιώνει, αδικεί, αδιαφορεί.
 Τι εμπιστευόμαστε; Σε τι στηριζόμαστε; Μήπως ολόκληρος ο αγώνας του συστήματος για «απόκτηση θετικής αυτο-πεποίθησης» – εμπιστοσύνης στον εαυτό μας είναι ουσιαστικά άλλη μια ανάγκη ελέγχου, λόγω του πρωταρχικού φόβου που αισθάνεται το εγώ μπροστά στην αβεβαιότητα, το άγνωστο, την αλλαγή, το προσωρινό; Μήπως η προσπάθεια ελέγχου του εαυτού είναι η ύστατη προσπάθεια του ανθρώπου, μπροστά στην ανικανότητα να ελέγξει τη φύση, τη ζωή;
 Αυτό που δεν θα σου πει ποτέ αυτό το μέρος του εαυτού σου που αντιλαμβάνεσαι και έχεις ονομάσει «εγώ» είναι ότι δεν είναι παρά ένα πολύ μικρό, φτιαχτό μέρος (η κατώτερη διάνοια) του άπειρου, δημιουργικού νου (της ανώτερης διάνοιας) που δεν περιορίζεται στον προσωρινό εαυτό σου και τα εγκεφαλικά του κύτταρα. Γιατί τότε, αναγκαστικά, θα πρέπει να του αφαιρέσεις την παντοδυναμία που τόσο απλόχερα και πρόθυμα του έχεις χαρίσει, είτε προσπαθείς να τον αλλάξεις, είτε αγωνίζεσαι να διατηρήσεις τα κεκτημένα του. Σε κάθε περίπτωση, «ο νους που έχει δημιουργήσει το πρόβλημα, δεν μπορεί και να το λύσει» (Αϊνστάιν). Κάθε προσπάθεια μέσα στο μάτριξ του εγώ, είναι προσπάθεια πλάνης, ψευδαίσθησης και υποδούλωσης του πραγματικού Εαυτού. Η μόνη α-λήθεια και ελευθερία βρίσκεται στην εν-θύμηση, όχι στις πεποιθήσεις, είτε είναι θετικές είτε αρνητικές.

ΝΟΜΙΖΑΜΕ…ΔΕΝ ΞΕΡΑΜΕ

ΝΟΜΙΖΑΜΕ…ΔΕΝ ΞΕΡΑΜΕ

Νομίζαμε ότι θα παντρευτούμε και θα ζήσουμε ευτυχισμένοι για πάντα…
Δεν ξέραμε ότι οι σχέσεις χρειάζονται σκληρή δουλειά
Νομίζαμε ότι δεν ήταν καλό να ζητάμε ότι χρειαζόμαστε…
Δεν ξέραμε ότι κανείς δεν είναι μάντης του νου
Νομίζαμε ότι όλες οι ανάγκες μας θα συμπληρωνόντουσαν με το γάμο μας
Δεν ξέραμε ότι η πιο σπουδαία ανάγκη μας ήταν η γνώση του εαυτού μας
Νομίζαμε ότι το να ενωθούμε οι δύο μας θα μας ολοκλήρωνε..
Δεν ξέραμε ότι ήταν απαραίτητο να είμαστε ολόκληροι μόνοι μας
Νομίζαμε ότι ο άντρας θα είναι πάντα ο δυνατός που θα φροντίζει…
Δεν ξέραμε ότι ο καθένας χρειάζεται να φροντίζει τον εαυτό του
Νομίζαμε ότι ήταν απιστία να ωριμάσουμε σαν άτομα
Δεν ξέραμε ότι το υπερβολικό πλησίασμα μπορεί να γίνει αποπνικτικό
Νομίζαμε ότι όταν ο ένας ωρίμαζε και έβρισκε τον εαυτό του θα ήταν απειλή για τον άλλον
Δεν ξέραμε ότι αν είμαστε ολόκληροι , δεν θα αισθανόμαστε απειλημένοι
Νομίζαμε ότι τα χρήματα θα μας έκαναν ασφαλείς…
Δεν ξέραμε ότι ασφάλεια σημαίνει ότι θα τα καταφέρω με ή χωρίς χρήματα
Νομίζαμε ότι αυτοί που θα πηγαίναμε και θα ζητούσαμε βοήθεια ήμασταν οι αδύνατοι
Δεν ξέραμε ότι θέλει δύναμη η αδυναμία
Νομίζαμε ότι ο άλλος δεν προσέφερε…
Δεν ξέραμε ότι δεν μπορούσαμε να δεχθούμε την προσφορά
Εκείνος νόμιζε ότι είμαι ευτυχισμένη, δεν ήξερε πόσο φοβισμένη ήμουν
Εγώ νόμιζα ότι ήταν ευτυχισμένος, δεν ήξερα πόσο φοβισμένος ήταν
Δεν ξέραμε…απλά δεν ξέραμε…υπάρχουν και άλλα τόσα που δεν ξέρουμε…